Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

 Στο μάθημα της γλώσσας στην ενότητα ΔΙΑΤΡΟΦΗ ερευνήσαμε τον τρόπο διατροφής των Αρχαίων Ελλήνων ,   αλλά και συμβουλές για σωστή διατροφή στην εποχή μας.



Η  ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΒΑΣΙΖΟΤΑΝ ΚΥΡΙΩΣ ΣΤΗΝ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ  ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ. ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΥΡΙΑΡΧΟΥΣΑΝ ΤΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ , ΟΙ ΕΛΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΜΠΕΛΙΑ, Η ΛΕΓΟΜΕΝΗ «ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΗ ΤΡΙΑΔΑ.»
ΑΡΧΑΙΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΜΑΣ ΑΛΛΑ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ,ΤΟ ΠΩΣ ΣΚΕΠΤΟΜΑΣΤΕ,ΠΩΣ ΑΝΤΙΔΡΟΥΜΕ ΚΑΙ ΤΙ ΤΡΩΜΕ.
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΞΕΚΙΝΟΥΣΑΝ ΤΙΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ.ΠΡΙΝ ΞΕΚΙΝΗΣΟΥΝ ΑΡΧΙΖΑΝ ΤΟ ΓΕΥΜΑ ΤΟΥΣ ΜΕ ΚΑΤΙ ΛΙΤΟ.ΤΟ ΠΡΩΙΝΟ ΛΕΓΟΤΑΝ ΑΚΡΑΤΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΥΝΗΘΩΣ ΗΤΑΝ ΨΩΜΙ ΒΟΥΤΗΓΜΕΝΟ ΣΕ ΚΡΑΣΙ. ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΕΤΡΩΓΑΝ ΚΑΤΙ ΠΟΛΥ  ΓΡΗΓΟΡΟ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ. ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΕΤΡΩΓΑΝ ΚΑΤΙ ΣΤΑ ΓΡΗΓΟΡΑ ΤΟ ΕΣΠΕΡΙΣΜΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΕΤΡΩΓΑΝ ΤΟ ΚΥΡΙΩΣ ΔΕΙΠΝΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΗΤΑΝ ΠΛΟΥΣΙΟΠΑΡΟΧΟ.
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΙΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΦΑΓΗΤΑ. ΕΤΡΩΓΑΝ ΣΥΝΗΘΩΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΚΑ, ΣΙΤΑΡΙ ΚΑΙ ΚΡΙΘΑΡΙ, ΓΙ΄ ΑΥΤΟ Ο ΟΜΗΡΟΣ ΤΟΥΣ ΟΝΟΜΑΣΕ «ψωμοφάγους». Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΤΟΥΣ ΤΡΟΦΗ ΗΤΑΝ ΤΟ ΕΤΝΟΣ, ΦΑΒΑ ΑΠΟ ΚΟΥΚΙΑ  Η΄ΦΑΚΕΣ.
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΔΕΙΠΝΟΥ ΣΕΙΡΑ ΕΙΧΕ ΤΟ ΕΠΙΔΟΡΠΙΟ  ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΗΤΑΝΕ ΦΡΟΥΤΑ ΞΕΡΑ ΚΑΙ ΓΛΥΚΑ. ΕΝΑ ΠΟΤΟ ΠΟΥ ΕΠΙΝΑΝ ΗΤΑΝ ΤΟ ΚΥΚΕΩΝ ΜΕΙΓΜΑ ΚΡΙΘΑΛΕΥΡΟΥ ΚΑΙ ΑΡΩΜΑΤΙΚΩΝ ΦΥΤΩΝ.
ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΣΑΝ ΠΗΡΟΥΝΙΑ ΚΑΙ  Ή ΕΤΡΩΓΑΝ ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ,  Ή ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΣΑΝ ΤΗΝ ΚΟΡΑ ΤΟΥ ΨΩΜΙΟΥ ΓΙΑ ΚΟΥΤΑΛΙ.     


 



ΟΙ 5 ΧΡΥΣΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΕΡΙ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΗΤΑΝ:
1)ΑΓΝΑ ΥΛΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΦΑΓΗΤΩΝ
2)ΑΡΜΟΝΙΑ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ
3)ΟΧΙ ΣΤΙΣ ΒΑΡΙΕΣ ΣΑΛΤΣΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΚΑΥΤΕΡΑ ΥΛΙΚΑ
 4)ΕΛΑΦΡΕΣ ΣΑΛΤΣΕΣ
 5)ΚΑΡΥΚΕΥΜΑ ΤΟΥ ΠΙΑΤΟΥ ΜΕ ΜΕΤΡΟ ΩΣΤΕ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΡΜΟΝΙΑ ΤΩΝ ΓΕΥΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΩΜΑΤΩΝ.
ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΕΔΕΣΜΑ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΩΝΩΝ ΗΤΑΝ Η ματτύη ή ματτύλλη ΠΟΥ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΚΡΕΑΤΩΝ.


ΨΗΤΟ ΑΙΑΝΗΣ
ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΕΝ ΕΙΧΑΝ ΨΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΔΙΑΤΗΡΟΥΣΑΝ ΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ ΓΙΑ ΠΟΛΛΕΣ ΜΕΡΕΣ, ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΕ ΕΤΣΙ Η ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΝΑ ΣΦΑΖΕΙ ΚΑΘΕ ΣΑΒΒΑΤΟ ΕΝΑΣ ΑΙΑΝΑΙΟΣ ΕΝΑ ΠΡΟΒΑΤΟ Ή ΕΝΑ ΚΑΤΣΙΚΙ,ΝΑ ΤΟ ΨΗΝΕΙ ΣΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΛΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ΜΟΙΡΑΖΟΥΝ ΣΕ ΠΟΛΛΕΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ.

















            Τις διατροφικές συνήθειες των αρχαίων Ελλήνων χαρακτήριζε η λιτότητα, κάτι που αντικατόπτριζε τις δύσκολες συνθήκες υπό τις οποίες διεξάγονταν η ελληνική γεωργική δραστηριότητα. Θεμέλιο τους ήταν η λεγόμενη «μεσογειακή τριάδα»:[α] σιτάρι, λάδι και κρασί.
Στη βάση της διατροφής των αρχαίων Ελλήνων συναντούμε τα δημητριακά, ζεία και σε περιπτώσεις ανάγκης μείγμα κριθαριού με σιτάρι, από το οποίο παρασκευαζόταν ο άρτος. Με το σιτάρι που χρησιμοποιείται σήμερα οι αρχαίοι τάιζαν τα ζώα. Τα δημητριακά συνοδεύονταν συνήθως από οπωροκηπευτικά (λάχανα, κρεμμύδια, φακές και ρεβίθια). Η κατανάλωση κρέατος και θαλασσινών σχετιζόταν με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας, αλλά και με το αν κατοικούσε στην πόλη, στην ύπαιθρο ή κοντά στη θάλασσα. Οι Έλληνες κατανάλωναν ιδιαιτέρως τα γαλακτοκομικά και κυρίως το τυρί. Το βούτυρο ήταν γνωστό, αλλά αντί αυτού γινόταν χρήση κυρίως του ελαιόλαδου. Το φαγητό συνόδευε κρασί (κόκκινο, λευκό ή ροζέ) αναμεμειγμένο με νερό.
Πληροφορίες για τις διατροφικές συνήθειες των αρχαίων Ελλήνων παρέχουν τόσο οι γραπτές μαρτυρίες όσο και διάφορες καλλιτεχνικές απεικονίσεις: οι κωμωδίες του Αριστοφάνη και το έργο του γραμματικού Αθηναίου από τη μία πλευρά, τα κεραμικά αγγεία και τα αγαλματίδια από ψημένο πηλό από την άλλη.










Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Η αρχαία ελληνική κουζίνα αποτελεί τα τελευταία χρόνια αντικείμενο μελέτης. Τα γραπτά κείμενα της εποχής της αρχαιότητας περιγράφουν με εντυπωσιακές λεπτομέρειες τις διατροφικές συνήθειες των προγόνων μας στη νησιωτική και ηπειρωτική Ελλάδα. Τα είδη και σχήματα των δοχείων, σκευών και μαγειρικών εργαλείων που φέρνουν έρχονται στο φως από τις αρχαιολογικές ανασκαφές μαρτυρούν μια ιδιαίτερα προηγμένη και υγιεινή κουζίνα.
  Από την Οδύσσεια συλλέγουμε στοιχεία για τις γαστρονομικές προτιμήσεις των 
Eλλήνων της εποχής του 8 π.Χ. αι. Όσο και αν μας φανεί περίεργο οι Έλληνες της Ομηρικής Εποχής στήριζαν την διατροφή τους κυρίως στο κρέας: ωμά εντόσθια, δαμάλια, κοπαδίσια αρνιά, κατσίκια, μοσχάρια κυρίως μηρούς, γίδες όλο πάχος, ενώ από τα βόδια προτιμούσαν τα παχιά ψημένα πάκια. Τα κρέατα τα έτρωγαν ψητά στη θράκα. Ψωμιά έφτιαχναν από σιτάρι και κριθάρι και μάλιστα συνήθιζαν να έχουν ποικιλία ψωμιών τα οποία ήταν σαν τις σημερινές πίτες. Καλλιεργούσαν επίσης βίκο, τριφύλλι και κάπαρη. Είχαν ανεπτυγμένη τυροκομία, έπιναν γάλα, έφτιαχναν τυρόγαλο και τυριά. Το κρασί ήταν απαραίτητο συνοδευτικό των γευμάτων. Στην Οδύσσεια γίνεται αναφορά για: ξανθό κρασί, κόκκινο νεχτάρι, μαύρο κρασί και μαύρο γλυκόπιοτο κρασί. Το κρασί τους το έπιναν νερωμένο και πριν το βάλουν στο στόμα έσταζαν μερικές σταγόνες στο δάπεδο προσφορά στους θεούς. Υπήρχε βέβαια και το ελαιόλαδο, αλλά τότε είχε κυρίως άλλη χρήση... άλειφαν με αυτό τα κορμιά τους μετά το μπάνιο! Δεν περιφρονούσαν φυσικά και τα φρούτα. 








Τα κυριότερα είδη διατροφής ήταν το ψωμί, το λάδι, οι ελιές και το τυρί. Η ποιότητα του ψωμιού παρουσίαζε ποικιλία και ήταν ανάλογη με τις οικονομικές δυνατότητες του καταναλωτή. Έτσι καλύτερος και ακριβότερος άρτος ήταν ο καθαρός άρτος ή ο σεμίδαλις. Φτιαγμένος από καθαρό ψιλοκοσκινισμένο σιτάρι ή από σιμιγδάλι, τον απολάμβαναν οι πλουσιότερες ομάδες του πληθυσμού. Οι υπόλοιποι αρκούνταν σε έναν υποδεέστερο τύπο ψωμιού, το μεσοκάθαρον ή της μέσης ή ακόμη και στους ρυπαρούς ή κυβαρούς άρτους, ζυμωμένους από άλλα, χαμηλής ποιότητας δημητριακά, και συνυφασμένους με τη φτώχεια. Ένδειξη απόλυτης φτώχεια ς ήταν η κατανάλωση ψωμιού από πίτουρα (πιτεράτον). Αντίστοιχες διακυμάνσεις στην ποιότητα υπάρχουν και στα είδη τυριού, το αγαπημένο προσφάγι(ο)ν των Βυζαντινών. Εκλεκτά τυριά θεωρούνταν το βλάχικο και το κρητικό. Γνωστά επίσης ήταν το ανθότυρο (απότυρον) και η μυζήθρα, ενώ το κακής ποιότητας τυρί το ονόμαζαν ασβεοτότυρον. Να μερικά μενού που μας έρχονται από εκείνα τα χρόνια:
Ορεκτικά:
Ρεβύθια με πατζάρια και σκόρδο
Μαύρες τσακιστές ελιές με τυρί
Σαλάτες:
Θαλασσαία
Σπανάκι, κρεμμύδι φρέσκο, κάππαρη, πλοκάμι χταποδιού με γαρίδες, μύδια και καλαμάρια
Κυκλωπαία
Ρόκα με κατσικίσιο ξυστό τυρί, ελαιόλαδο και ξύδι

Πρασσαία
Λάχανο, ρόκα, σέλινο, σπαράγγια, αυγά με κουκουνάρι, καρύδια, βολβούς, σταφίδες και ρόδια
Κύρια πιάτα:
Πανσέτα χοιρινού με γλυκόξινη σάλτσα από μέλι, θυμάρι, ξύδι & σκορδαλιά ρεβιθιών
Γεμιστές φέτες χοιρινού φιλέτου με δαμάσκηνα με σκούρο ζωμό, συνοδευόμενες με αγκινάρες και πουρέ αρακά.
Γαρίδες με Ξύδι και μέλι συνοδευόμενες με κολοκύθια και κουνουπίδι
Γλυκίσματα:
Ποικιλία ξηρών καρπών (δαμάσκηνα, ξερά σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, χουρμάδες, φυστίκια με μέλι αττικό-με ή χωρίς γιαούρτι).
Κόκκωρα - ξερά σύκα με καρύδια και μέλι.
Κομματάκια μήλου και ρόδια με γιαούρτι και μέλι.
Η φθηνότερη και πιο διαδεδομένη τροφή για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ήταν τα λαχανικά και τα όσπρια. Με δεδομένες δε τις μεγάλες περιόδους νηστείας που προβλέπει η Εκκλησία, και τις οποίες φαίνεται ότι τηρούσαν με αρκετή ευλάβεια οι Βυζαντινοί, οι τροφές αυτές καταναλώνονταν για μακρύ χρονικό διάστημα από το σύνολο του πληθυσμού. Δεν είναι πάντα εύκολο να ταυτίσουμε τα διάφορα είδη λαχανικών που αναφέρουν οι πηγές. Μεγάλη κατανάλωση είχαν τα λάχανα, τα πράσα, τα κρεμμύδια, τα τεύτλα, τα μαρούλια, τα ραδίκια, το καρότο, ο αρακάς, η ρόκα. Αγνωστες φυσικά ήταν οι πατάτες και οι ντομάτες, που έφτασαν στην Ευρώπη πολύ αργότερα. Από τα όσπρια συναντάμε τα φασόλια, τις φακές, τα ρεβίθια, τα κουκιά, τα λούπινα.








Τι είναι ο γάρος ?
1.     Ένα περίφημο σκεύασμα , σπάνιο άρτυμα και ακριβός μεζές, ήταν ο περίφημος γάρος ή γαρίτσι κατά την Βυζαντινή εποχή. « Ο γάρος ή το γάρον ή λικουάμεν ή αβδώμιον, αποτελούσε την κατ εξοχήν σάλτσα ή περίχυμα των Βυζαντινών. Ήταν γνωστό απο την ύστερη αρχαιότητα, χρησιμοποιείται ακόμη ευρύτερα κατά τους Βυζαντινούς χρόνους. Πρόκειται για παρασκεύασμα με βάση τα εντόσθια των ψαριών ή και ολόκληρα μικρά ψάρια (αθερίνες, λεπτές τρίγλιες) ή και μεγάλα (σκουμπριά, σαβρίδια). Αφού τα τοποθετούσαν σε σκεύος με άφθονο αλάτι, και κατα περίπτωση και ρίγανη, τα σκέπαζαν και τα άφηναν στον ήλιο για δυό, τρείς μήνες, ανακατεύποντάς τα συχνά. Το παχύρευστο υγρό που πέρνανε μετά απο το σούρωμα ήταν ο γάρος που αραιωνόταν με νερό (υδρόγαρος) κρασί (οινόγαρος) ξύδι (οξύγαρος) και λάδι (ελαιόγαρος ή γαρέλαιον). Στα βυζαντινά χρόνια υπήρχε το γαράριον ή γαρερόν, δοχείο που περιείχε τον γάρο με τον οποίο περίχυναν τα διάφορα φαγητά » 


















Κύρια τροφή των Σπαρτιατών πολεμιστών ήταν ένας ζωμός από χοιρινό, γνωστός με την ονομασία μέλας (μέλανας) ζωμός. Ο Πλούταρχος υποστηρίζει πως «ανάμεσα στα πιάτα, αυτό που έχαιρε της μεγαλύτερης εκτίμησης ήταν ο μέλας ζωμός, μάλιστα σε τέτοιο σημείο που οι ηλικιωμένοι δεν αναζητούσαν καθόλου το κρέας. Το άφηναν για τους νεότερους και δειπνούσαν μονάχα με το ζωμό που τους παρείχαν».[1] Για τους υπόλοιπους Έλληνες πρόκειται για αξιοπερίεργο φαινόμενο. «Φυσικά και οι Σπαρτιάτες είναι οι γενναιότεροι ανάμεσα σε όλους», αστειεύεται ένας Συβαρίτης, «ο οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα προτιμούσε να πεθάνει χίλιους θανάτους παρά να διάγει τόσο λιτό βίο». Το πιάτο αυτό αποτελούταν από χοιρινό, αλάτι, ξύδι και αίμα. Συνοδευόταν από τη γνωστή μάζα, σύκα, τυρί και καμία φορά από θηράματα ή ψάρι.[1] Ο Αιλιανός, συγγραφέας του 2ου και 3ου αιώνα μ .Χ, υποστηρίζει πως στους Λακεδαιμόνιους μάγειρες απαγορευόταν να προετοιμάζουν οτιδήποτε άλλο εκτός από κρέας.













  













Ο σύγχρονος Ελληνας εξακολουθεί να δανείζεται από την παράδοση την αντίληψη ότι το φαγητό είναι μία από τις απολαυστικές εκδοχές της καθημερινότητάς του, όχι μόνο για το στομάχι του, αλλά και για την ψυχική του υγεία και ισορροπία. Γνωρίζει τους κανόνες της υγιεινής διατροφής, αλλά η διατροφική του κουλτούρα περιλαμβάνει και σουβλάκι και πίτσα. Eχει ακούσει για τη μεσογειακή διατροφή, αλλά δεν είναι σίγουρος ότι γνωρίζει ακριβώς τις τροφές που την απαρτίζουν. Προβληματίζεται με τη φράση «είμαστε ό,τι τρώμε», όμως σπάνια δεν μεταθέτει την αλλαγή των συνηθειών του στο (μακρινό) αύριο. Θέλει να πιστεύει ότι διατρέφεται καλύτερα απ’ ό,τι στην πραγματικότητα και βρίσκει την ίδια ευχαρίστηση στο να βουτάει στα λιπαρά με το να απολαμβάνει τη λεπτή γεύση μιας βιολογικής ντομάτας.
Συγκεχυμένη, συζητήσιμη -ενδεχομένως και σαγηνευτικά σιβυλλική- είναι η επίγευση που αφήνει στο στόμα η διατροφική κουλτούρα του Eλληνα. «Φρέσκια» έρευνα της Public Issue/VPRC, που διενεργήθηκε στο διάστημα 17-25/10/2007 σε δείγμα 2.023 ατόμων από 15 ετών και άνω, αποκαλύπτει πολλά και διάφορα που μάλλον περιπλέκουν παρά αποσαφηνίζουν το θέμα. Πιο συγκεκριμένα, oι Eλληνες τρώνε κατά μέσον όρο 3 με 4 γεύματα ημερησίως, με το 38% να μην τρώει πρωινό και το 21% να τρώει βραδινό μετά τις 10.00 μ.μ. Oσον αφορά στις πρώτες ύλες, οι Eλληνες καταναλώνουν καθημερινά ελαιόλαδο το 93%, ψωμί το 79%, φρούτα το 72%, τυρί το 71%, γαλακτοκομικά το 67%, λαχανικά το 64%, γλυκά το 15%, αβγά και πατάτες το 4-6%, ζυμαρικά, ρύζι, όσπρια, κόκκινο κρέας, πουλερικά και ψάρια το 1-3%. Kοντολογίς, έχουν καλές και κακές συνήθειες μαζί, σαν πιάτο σύγχρονης ελληνικής κουζίνας που συνδυάζει τα πικρόχορτα με το μέλι.




      





 

Η διατροφή είναι μαζί με τον κληρονομικό παράγοντα και το περιβάλλον οι τρεις παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η υγεία μας.
Η εκμάθηση των βασικών αρχών της ισορροπημένης διατροφής και η εφαρμογή τους στην καθημερινή ζωή συμβάλλουν στην πλήρη σωματική, πνευματική και ψυχική ανάπτυξη του ατόμου και απομακρύνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης διάφορων χρόνιων ασθενειών.
Οι καλές διατροφικές συνήθειες στις μικρές ηλικίες θέτουν τις βάσεις για καλή υγεία, ενώ αντίθετα οι κακές συνήθειες διατροφής δημιουργούν προβλήματα στην υγεία.
Όλοι γνωρίζουμε π.χ. ότι το παραπάνω βάρος είναι αιτία για την εμφάνιση πολλών νοσημάτων (διαβήτης, καρδιοπάθειες, υπέρταση, κ.ά.). 
Γι' αυτό η συμβολή του σχολείου στην υιοθέτηση από τα παιδιά υγιεινών διατροφικών συνηθειών είναι σημαντική.










 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου